Επειδή αυτή η συζήτηση έχει καταντήσει πια εθιμοτυπική, δημοσιεύουμε κάποια κείμενα που βοηθούν στο ξεκαθάρισμα της ιστορίας: ένα κείμενο του N. Σούμπλη και δύο αποσπάσματα από το βιβλίο των εκδόσεων A/συνεχεια «Για το κομμουνιστικό κίνημα της Ελλάδας», συλλογή κειμένων του Γιάννη Χοντζέα.
Σαν παιδί αγωνιστών της Aριστεράς στην Eθνική Aντίσταση και στον Eμφύλιο θεωρώ χρέος μου, όχι προς αναμόχλευση των παθών εκείνης της εποχής, αλλά για αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, να γράψω αυτές τις λίγες λέξεις για να ενημερωθεί καλύτερα και η νέα γενιά αναφέροντας κατά σειρά μερικά σημαδιακά γεγονότα.
1. Στις εκλογές του 1950 που έφεραν στην κυβέρνηση το N. Πλαστήρα και το κόμμα του EΠEK, οι εξόριστοι αγωνιστές της Aριστεράς στη Mακρόνησο και στα άλλα ξερονήσια ψήφισαν παμψηφεί σχεδόν την EΠEK. Ψήφισαν EΠEK ελλείψει αριστερών ψηφοδελτίων, τόσο οι αδήλωτοι όσο και όσοι είχαν υπογράψει δήλωση και ο τότε υπεύθυνος στρατιωτικός διοικητής Mακρονήσου ξέσπασε και δήλωσε ότι θέλουν όλοι σκότωμα.
2. Πριν την εκτέλεση του σ. N. Mπελογιάννη πολλοί διανοούμενοι Έλληνες του εξωτερικού και πανεπιστημιακοί καθηγητές σε Δυτική Eυρώπη και Aμερική υπέγραψαν κείμενα και ζητούσαν να μην εκτελεσθεί η ποινή. Ένας από τους λίγους που δεν υπέγραψαν ήταν ο Aνδρέας Γ. Παπανδρέου.
3. O Σάκης Πεπονής, αρχηγός τότε της νεολαίας της EΠEK, έκανε κίνηση και ζήτησε από το N. Πλαστήρα να μην εκτελεσθεί η ποινή. Για την ενέργειά του αυτή διεγράφη από την EΠEK.
4. O Γεώργιος Παπανδρέου συνεργαζόμενος στις εκλογές του 1952 με το Συναγερμό του A. Παπάγου και ερωτηθείς από δημοσιογράφους για τη μεταστροφή του, είπε το «τι Παπάγος, τι Πλαστήρας», για να συμπληρώσει ο σ. N. Zαχαριάδης το «άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος, όλοι οι σκύλοι μια γενιά».
Aθήνα 13/9/2007, Nικήτας-Θανάσης Σούμπλης
Όμως πρέπει να σημειώσουμε πως, χωρίς βέβαια να είναι η κατάσταση επαναστατική στην Ελλάδα μετά το 1950, κάθε άλλο παρά σταθεροποιημένη ήταν. Οι διαμάχες στις κορυφές, οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Αγγλία, το Κυπριακό, η οικονομική κατάσταση των μαζών, τα σκάνδαλα, οι λοβιτούρες, οι «παγωμένες» πιστώσεις, δημιουργούσαν μια κατάσταση αστάθειας που την υπογράμμιζε η αυξανόμενη αντίθεση όλο και πιο πλατιών μαζών στην αμερικανοκρατία και στην πολιτική της υποτέλειας.
Οι διαδοχικές κυβερνητικές κρίσεις, οι τρεις γενικές βουλευτικές εκλογές ανάμεσα στο 1950 και στο 1952, το υποδηλώνουν. Η «σταθεροποίηση» επιτεύχθηκε στο τέλος του 1952 με τη συγκέντρωση γύρω από τον Παπάγο ενός μεγάλου μέρους του πολιτικού κόσμου, που άρχιζε από τους πατροπαράδοτους αντιβενιζελικούς και έφτανε σε βενιζελικούς του συγκροτήματος, στον Παπανδρέου κ.λπ.
Η «επιτροπή» Κουζίνεν-Ντιέζ και οι κλακαδόροι τους ούτε λίγο ούτε πολύ θεώρησαν το ΚΚΕ υπεύθυνο γιατί στις εκλογές με πλειοψηφικό, που το καθιέρωσε ο Πλαστήρας με επιταγή των αμερικάνων (μαζί μ’ αυτό και το σύνταγμα του 1952, την προσχώρηση στο ΝΑΤΟ και την εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη), και που έγιναν το φθινόπωρο του 1952, νίκησε ο «Συναγερμός» του Παπάγου το συνασπισμό ΕΠΕΚ (Πλαστήρας) - Φιλελεύθερων (Σ. Βενιζέλος) επειδή ο Ν. Ζαχαριάδης επέβαλε την ανεξάρτητη κάθοδο της Αριστεράς (ΕΔΑ) στις εκλογές.
Όμως, πραγματικά η ανεξάρτητη κάθοδος καθορίστηκε από την αρχή και δεν έγινε καμία προσπάθεια για την επίτευξη συνεργασίας με το συνασπισμό ΕΠΕΚ-Φιλελευθέρων;
Ο πρόεδρος της ΕΔΑ Γ. Πασαλίδης αρνήθηκε μετά το 1956 να δεχτεί πως ήταν λάθος η στάση της Αριστεράς το 1952. Και είχε δίκιο. Γιατί ο Πλαστήρας είχε αποκλείσει κάθε συνεργασία επειδή δεν ήθελε να δυσαρεστήσει τους αμερικάνους. Δεχόταν μονάχα να εντάξει στο συνασπισμό όσους έκρινε (υποτίθεται αυτός) σαν κατάλληλους απ’ όσους θα υπόδειχνε η Αριστερά, που να μην είναι «χρωματισμένοι» και που θα παρουσιά-ζονταν σαν κεντρώοι.
Αυτό δεν έγινε δεκτό, και τότε αποφασίστηκε η ανεξάρτητη κάθοδος της Αριστεράς. Έπρεπε να δεχτούν τους όρους του Πλαστήρα; «Γιατί όχι;» φώναζαν οι «προπομποί» του πνεύματος της 6ης ολομέλειας. «Να το λάθος…». Πρόκειται για την αντίληψη που εξελίχθηκε στα χρόνια που ακολούθησαν στη γνωστή πολιτική της υποταγής χωρίς όρους στη μεγαλοαστική τάξη και τους πολιτικούς της εκπροσώπους.
Κάτι τέτοιο ασφαλώς θα αποτελούσε καθαρή συνθηκολόγηση. Αφήνουμε πως κι αν δεχόταν η Αριστερά τότε κάτι τέτοιο, καμιά εγγύηση δεν υπήρχε πως ο Πλαστήρας δεν θα υπαναχωρούσε και σ’ αυτό, είτε γιατί ο Σ. Βενιζέλος θα έβαζε τρικλοποδιές, είτε για άλλους λόγους. Βέβαια, στην εκλογική καμπάνια του ΚΚΕ και της ΕΔΑ μπήκαν στην ίδια μοίρα και οι δυο συνασπισμοί. (Οι αναθεματισμοί του Ν. Ζαχαριάδη ήταν κάτι συνηθισμένο. Από τις εκκλήσεις στον δημοκράτη Πλαστήρα, στην καταγγελία του Πλαστήρα σαν πράκτορα της αμερικανοκρατίας).
Είναι γνωστή η φιλολογία για το σύνθημα «τι Πλαστήρας, τι Παπάγος». Μπορούσε να ριχτεί περισσότερο βάρος στην πολιτική κατά του Παπάγου το 1952, αλλά το να προβάλλονται εκλογικά συνθήματα σαν αιτία που ο «Συναγερμός» πήρε την πλειοψηφία είναι γελοίο. Ο Πλαστήρας ο ίδιος με την πολιτική του έδωσε τη νίκη στον Παπάγο και όχι οποιοδήποτε εκλογικό σύνθημα του ΚΚΕ και της ΕΔΑ.
Έπειτα, οι δήθεν «αμερόληπτοι κριτές» της «διεθνούς επιτροπής» και όλοι οι ρεβιζιονιστές φωστήρες κάνουν πως ξεχνούν ότι ομολογημένη επιδίωξη των αμερικάνων και των ντόπιων υποστηριχτών τους ήταν η καθιέρωση δικομματικού συστήματος, επιδίωξη που δεν την εγκατέλειψαν ούτε το 1956 (ο Καραμανλής το έλεγε τότε και το ξανάλεγε στους λόγους του). Έπρεπε το ΚΚΕ και η ΕΔΑ να υποταχθούν σ’ αυτή την επιδίωξη;
Το ότι η στάση που υιοθετήθηκε διαφύλαξε πολιτικά το πρόσωπο του ΚΚΕ, της Αριστεράς, φάνηκε στις κατοπινές εξελίξεις.
Και βέβαια αλλού έχει γραφτεί τι ακριβώς συνέβη το 1952. Αλλά ας πάρουμε την υπόθεση πως το 1952 το ΚΚΕ υποχωρούσε στον εκβιασμό και έδινε κατεύθυνση: ψηφίστε Πλαστήρα (ΕΠΕΚ-Φιλελεύθεροι). Υπήρχαν δυο πιθανότητες: η μια, παρ’ όλα αυτά να μην πλειοψηφούσε ο Πλαστήρας, και αυτό γιατί τα πεπραγμένα της κυβέρνησής του (ένταξη στο ΝΑΤΟ, σύνταγμα με πλέγμα παρασυνταγμάτων, καθιέρωση του νόμου 375 περί κατασκοπίας, εκτέλεση Μπελογιάννη και άλλων, άλλες δίκες-σκευωρίες με βασανιστήρια, καθιέρωση πλειοψηφικού κ.λπ.) ήταν πολύ νωπά.
Αυτό θα οδηγούσε από τη μια σε ενθουσιασμό των κύκλων και ομάδων «που ήθελαν να τα πιάσουν», αλλά σε απογοήτευση του μεγαλύτερου μέρους των αριστερών ψηφοφόρων, πέρα από την εκμετάλλευση που θα έκανε η άλλη πλευρά για την υποστήριξη, και δεν είναι καθόλου βέβαιο πως η μεγάλη μάζα των «σταθερών» στα χρόνια του 1950 αριστερών ψηφοφόρων θα πειθαρχούσε. Και είναι βέβαιο πως τον παράγοντα –σημαντικό πάντα, αλλά τότε σημαντικότατο– της προεκλογικής καμπάνιας θα τον σήκωνε ο μηχανισμός της Αριστεράς που θα βρισκόταν σε μια θέση γελοία από κάθε άποψη.
Κατηγορήθηκε ο Ν. Ζαχαριάδης για τη φράση «χαρίζουμε το αίμα του Μπελογιάννη στον Πλαστήρα» αν συνασπίζονταν με την Αριστερά κ.λπ. Αλλά τότε αυτό θα το άκουγε ο κάθε δραστήριος αριστερός από τους ανθρώπους που θα προσπαθούσε να πείσει να ψηφίσουν δίχως όρους τον Πλαστήρα. Τελικά, παραμερίζουμε αυτή την πιθανότητα και δεχόμαστε την άλλη –μικρότερη– να πλειοψηφούσε ο Πλαστήρας.
Δεν είχε δώσει καμιά δέσμευση για το τι θα έκανε, ποια γραμμή θα ακολουθούσε. Τα δείγματα της προηγούμενης περιόδου ήταν σαφή, αλλά ας το παραμερίσουμε κι αυτό. Η Αριστερά θα έβγαινε η ίδια με εκείνη που ήταν πριν για να ασκήσει πίεση, ή, έχοντας το προηγούμενο στην πλάτη της, θα κυριαρχούνταν από τις δυνάμεις εκείνες που θα ήταν προθυμότατες να δέχονται τον έναν μετά τον άλλον τους εκβιαστικούς όρους «καθίστε ήσυχα», «θα σας πιάσουν όλους» κ.λπ. (Δείγματα παραινέσεων Πλαστήρα πριν τις εκλογές του 1952).
Η Αριστερά θα εμφανιζόταν συνυπεύθυνη για τα παλιά και τα πιο νέα αμαρτήματα του Πλαστήρα, και φυσικά η «μικρή κρίση» του ’50 θα μετατρεπόταν σε μια άλλη, πραγματικά «από τα κάτω κρίση».
Γιάννης Χοντζέας
Τότε τι;Ζαχαριάδης;
ΑπάντησηΔιαγραφή