Ο μαγικός κόσμος του διαδικτύου

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Η μετατροπή του Παρθενώνα σε χριστιανική Εκκλησία


«Λατρεία ριζωμένη από τους αιώνες στον Παρθενώνα, που διαδέχθηκε την παρθένον η Αειπάρθενος, την Αθηνά η Αθηνιώτισσα την αρχαία κυρά η Νέα Κυρά, όπως ονομάζεται μια εικών της Παναγιάς εις τας Αθήνας».

Με το γνωστό γλαφυρό του ύφος ο Δ. Καμπούρογλου καταφέρνει να περιγράψει τόσο συνοπτικά τη συνέχεια της θρησκευτικότητας του ελληνισμού επί του Ιερού Βράχου της Ακροπόλεως. Κατά το μεγαλύτερο μάλιστα μέρος της μακραίωνης ιστορίας του, ο Παρθενώνας υπήρξε χριστιανικός ναός, καθότι για σχεδόν μια χιλιετία (αρχές 6ου ως μέσα 15ου αιώνα μ.Χ.), λειτουργούσε ως ναός αφιερωμένος στην Υπεραγία Θεοτόκο.

Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την ύστερη αρχαιότητα, σε μια δυσπροσδιόριστη για τους ιστορικούς εποχή, ο Παρθενώνας επλήγη είτε από εκδήλωση σεισμού είτε πυρκαγιάς (πιθανόν εξαιτίας της επιδρομής των Ερούλων στην Αθήνα το 267 μ.Χ.).

Σοβαρότατες ζημιές υπέστησαν τότε, τμήματα των κιόνων του, το εσωτερικό του σηκού, καθώς και η στέγη του, με άγνωστο το πότε και πως ανακατασκευάστηκαν.Άγνωστη παραμένει επίσης η ακριβής ημερομηνία της μετατροπής του Παρθενώνα σε χριστιανικό ναό, με τους ειδικούς να την τοποθετούν επί βασιλείας Ιουστινιανού (527-556 μ.Χ.).

Η χρονολόγηση αυτή στηρίζεται στην εύρεση Ιουστιανιάνης κοπής νομισμάτων σε χριστιανικούς τάφους στον πρόναο της Παναγιάς της Αθηνιώτισσας. Σύμφωνα μάλιστα με μια ανώνυμη χειρόγραφη περιήγηση του 15ου αιώνος μ.Χ. στη βιβλιοθήκη της Βιέννης, ως κτήτορες του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου αναφέρονται κάποιοι Απολλώντας και Ευλίγιος.

ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ - ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ

Προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της χριστιανικής λατρείας μας ο Παρθενώνας, υπέστη αρκετές αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις έως ότου μετατραπεί σε τρίκλιτη βασιλική.

Επιγραμματικά αναφέρουμε την αλλαγή του προσανατολισμού του ναού, την πρόσθεση μιας αψίδας ανατολικά, την διάνοιξη παραθύρων και θυρών, την ανέγερση κωδωνοστασίου, την δημιουργία υπερώου και την τοίχιση ορισμένων μερών του αρχαίου οικοδομήματος.

Το αξιοπερίεργο και αξιοσημείωτο της μετατροπής του αρχαίου ναού στην «καθολική εκκλησία των Αθηνών», όπως αποκαλείτο αρχικά, ήταν η εμφανής προσπάθεια των βυζαντινών να περιοριστούν στις ελάχιστες δυνατές παρεμβάσεις προκειμένου να διατηρηθεί αναλλοίωτη η όψη του αρχαίου ναού.Έτσι ο ναός της Παναγίας της Αθηνιώτισσας παρέμεινε ο αιώνιος Παρθενώνας, που θαυμάζουμε έως σήμερα.

ΓΛΥΠΤΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝΑ

Οι βυζαντινοί Αθηναίοι, αν και δεν είχαν καμιά υποχρέωση να διασώζουν αρχαία μνημεία, εν τούτοις προσπάθησαν να διατηρήσουν μεταξύ άλλων, σχεδόν ανέπαφο τον Παρθενώνα.

Η ζωφόρος με την Παναθηναία της πομπή, καθώς και οι εναέτιες συνθέσεις του Παρθενώνα, που απεικόνιζαν τον αγώνα ανάμεσα στην Αθηνά και στον Ποσειδώνα δυτικά, και τη γέννηση της θεάς ανατολικά, παρέμειναν εν πολλοίς άθικτες. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ένα μικρό μέρος του ανατολικού αετώματος, που καταστράφηκε κατά την ανέγερση της κόγχης του ιερού της Παναγίας της Αθηνιώτισσας.

Είναι αλήθεια ότι οι ανάγλυφες μετόπες της ανατολικής, βόρειας και δυτικής πλευράς, που απεικόνιζαν μάχες μεταξύ Θεών - Γιγάντων, Ελλήνων - Τρωών και Ελλήνων – Αμαζόνων αντιστοίχως, απολαξεύθηκαν, σε άγνωστη όμως εποχή.Η διατήρηση μιας μετώπης στην βόρεια πλευρά, που θα μπορούσε να πει κανένας ότι ομοιάζει με την απεικόνιση της παραστάσεως του ευαγγελισμού της Θεοτόκου, οδήγησαν πολλούς στο εύκολο και γρήγορο συμπέρασμα ότι καταστροφή του συνόλου των μετοπών συντελέστηκε από χριστιανικά χέρια. Η θεωρία όμως αυτή είναι έωλη, χωρίς την ύπαρξη αντιστοίχων πηγών και αναφορών σε μοναχούς και κληρικούς που γκρέμιζαν μετά ιερού ζήλου αρχαίους ναούς και μνημεία.

Εάν όμως η καταστροφή οφειλόταν στην εχθρική στάση των χριστιανών απέναντι στην ειδωλολατρική θρησκεία, πώς εξηγείται η διατήρηση του λοιπού γλυπτού διακόσμου; Οι μετόπες θα μπορούσαν να είχαν εξίσου εύκολα ακρωτηριαστεί είτε από φανατικούς και μεμονωμένους χριστιανούς της πόλης, είτε από Λατίνους κατακτητές του 13ου αιώνος μ.Χ., είτε από τους Οθωμανούς Τούρκους, είτε από τους δυτικούς περιηγητές της τουρκοκρατίας, είτε από οποιαδήποτε άλλη αιτία, φυσική ή μη.

Σε οποιαδήποτε όμως περίπτωση, το βάρος της προσοχής θα έπρεπε να πέφτει στην ηθελημένη διατήρηση από τους βυζαντινούς των εναετίων συνθέσεων του Παρθενώνα και της ζωφόρου που καταληστεύτηκε σε ύστερους αιώνες από του δυτικούς, και των και όχι στον σε άγνωστο χρόνο και αιτία ακρωτηριασμό των μετοπών.

Η διατήρηση ολόκληρων παραστάσεων της αρχαίας τέχνης και θρησκείας στο σημαντικότερο χριστιανικό κέντρο της Αθήνας, αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη για τον σεβασμό, την περηφάνια και την αίσθηση ενότητας που νιώθανε οι βυζαντινοί κάτοικοι της, προς το ένδοξο παρελθόν τους.

Αντιγράφοντας τα λεγόμενα του ιστορικού W. Perkins, παραθέτουμε το κάτωθι απόσπασμα:

«σε ολόκληρη την επικράτεια της αυτοκρατορίας, οι εναέτιες αυτές συνθέσεις συνιστούν τη μοναδική περίπτωση διατήρησης ενός παγανιστικού γλυπτικού διακόσμου, που επιβίωσε άθικτο στην αρχική του θέση πάνω στην πρόσοψη ενός ναού, που μετετράπηκε σε εκκλησία. Αν ένας αρχαίος έλληνας έκανε ταξίδι στο χρόνο και επισκεπτόταν τον καθεδρικό της μεσαιωνικής Αθήνας, δεν θα είχε καμιά δυσκολία να τον αναγνωρίσει ως το ναό της θεάς Αθηνάς».

ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

Η Αθήνα κατά τα Βυζαντινά έτη μετετράπη σε ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα του βυζαντινού κόσμου, εν πλήρη αντιθέσει με τις θεωρίες ερημώσεώς της που οι δυτικοί προσπάθησαν επιμόνως να επιβάλουν.

Η ταυτότητα του Παρθενώνα (και της πόλης γενικότερα) όχι μόνο δεν απωλέσθηκε κατά τη μετατροπή του σε τρίκλιτη βασιλική, αλλά αντίθετα μεταμορφώθηκε και εμπλουτίστηκε προς το καλύτερο.

Παραδόξως μάλιστα, η σπουδαιότητα του μνημείου ως εκκλησία υπήρξε μεγαλύτερη από τη σημασία που είχε ως ειδωλολατρικό ιερό.

Σχεδόν αμέσως την μετατροπή του Παρθενώνα σε χριστιανικό ναό, έχουμε την εμφάνιση των πρώτων χριστιανικών τάφων πέριξ του ναού, και χαραγμάτων στους κίονες των μνημείων της Ακροπόλεως.

Δύο σημαντικές μορφές της εκκλησίας μας του 10ου αιώνος μ.Χ. συναριθμήθηκαν μεταξύ των προσκυνητών της Παναγίας του Ιερού Βράχου των Αθηναίων. Συγκεκριμένα πρόκειται για τον όσιο Λουκά (μετέπειτα κτήτορας της ομώνυμης Μονής στην Βοιωτία και πιθανώς της βυζαντινής Μονής Αστερίου Υμηττού), ο οποίος ήρθε το 946 μ.Χ. σε εφηβική ηλικία στην Αθήνα, για να ενδυθεί εν συνεχεία το μοναχικό σχήμα και να παραμείνει μεγάλο χρονικό διάστημα στην Αττική και για τον όσιο Νίκωνα τον Μετανοείτε, ο οποίος το 980 μ.Χ. κήρυξε μάλιστα τον ευαγγελικό λόγο στον πιστό λαό της Αθήνας.

Το 1019 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Β’ μετά την οριστική επικράτηση του επί των Βουλγάρων στην μάχη του Κλειδίου, επισκέφτηκε την Αθήνα ως πρώτη πρωτεύουσα του ελληνισμού, προκειμένου να προσκυνήσει την Παναγιά την Αθηνιώτισσα και να την ευχαριστήσει για τις επιτυχίες του στο πεδίο των μαχών.

ΛΑΤΙΝΟΚΡΑΤΙΑ

Παρά την ειρηνική παράδοση της πόλεως των Αθηνών στους κατά τα άλλα «ομόδοξους» δυτικούς, η πόλη αλώθηκε πλήρως.

Μεταξύ άλλων συλήθηκε τότε ο ναός της Παναγίας της Αθηνιώτισσας με τα παντός είδους τιμαλφή, αφιερώματα και ιερά λειτουργικά σκεύη είτε να διανέμονται μεταξύ των κατακτητών, είτε να ρευστοποιούνται και να χρησιμοποιούνται για την κοπή νομισμάτων.

Την ίδια θλιβερή τύχη είχαν και πολλοί άλλοι ναοί και μονές της Αθήνας, καθώς και η πλουσιότατη βιβλιοθήκη του Αγίου Μιχαήλ Χωνιάτη επί των Προπυλαίων.

Εν συνεχεία, η Παναγία η Αθηνιώτισσα μετετράπη σε μητροπολιτικό ναό των Λατίνων, υπό την ονομασία «Santa Maria di Atene» και επανδρώθηκε από πλήθος Λατίνων κληρικών και μοναχών που ήρθαν από τη δύση για το σκοπό αυτό.
Ο νέος ηγεμόνας της Αθήνας, φράγκος δούκας Όθωνας ντε λα Ρος (1205-1225 μ.Χ.), άμα τη εγκαταστάσει του στην πόλη, μερίμνησε άμεσα για την ενίσχυση της άμυνάς της.

Τότε ήταν που κατασκευάστηκε το γνωστό Ριζόκαστρο, ένας οχυρωματικός περίβολος στις παρυφές της Ακρόπολης, μήκους 1.240 μέτρων, που με την ανέγερση προμαχώνων και προτειχισμάτων κατέστη ένα πραγματικό μεσαιωνικό κάστρο. Ταυτόχρονα νοτίως των Προπυλαίων ανηγέρθη ένας ισχυρός πύργος (πύργος Σερπεντζές), τον οποίο ο Ερρίκος Σλήμαν κατεδάφισε άκριτα, το έτος 1875 μ.Χ. Το ανάκτορό του δούκα, βρισκόταν στα κατάλληλα προς τούτο διαρρυθμισμένα Προπύλαια, ενώ η κατοικία του καθολικού επισκόπου στο Ερεχθείο.

Τελικά η Παναγία η Αθηνιώτισσα, ακολουθώντας την τύχη της Αθήνας, περιήλθε το 1311 μ.Χ. στα χέρια των Καταλάνων και το 1388 μ.Χ. στους Φλωρεντίνους δούκες Άτσαγιόλι, που σφράγισαν την δεσποτεία τους με την ανέγερση ενός μεγαλοπρεπούς παλατίου επί των Προπυλαίων.

ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ 

Μετά την παράδοση της Ακροπόλεως το 1458 μ.Χ από τους Ατσαγιόλι στους Τούρκους, ο Ιερός Βράχος μετετράπη σε κάστρο της τουρκικής φρουράς, απρόσιτο στον λοιπό λαό. Ο καθολικός ναός της Παναγίας, μετετράπη σε μουσουλμανικό τζαμί και το κωδωνοστάσιο του, αντιστοίχως σε μιναρέ. Εσωτερικά τα ψηφιδωτά και οι λοιπές αγιογραφίες, επικαλύφθηκαν με ασβέστη και γύψο, προκειμένου να εξαλειφθεί κάθε σημάδι του χριστιανικού ναού.

Αξιοσημείωτο τυγχάνει ότι πλην του Παρθενώνα, ο Μωάμεθ ο Πορθητής δεν επέτρεψε την μετατροπή καμιάς άλλης εκκλησίας σε τζαμί, ως ένδειξη σεβασμού στην ιστορία και στα αρχαία μνημεία της Αθήνας.

Δύο αιώνες αργότερα όμως και μετά την κατάρρευση μεγάλου τμήματος του Παρθενώνα από τις μπομπάρδες του Μοροζίνη, οι Οθωμανοί ανήγειραν εντός του σηκού του αρχαίου ναού ένα μικρό τζαμί, το οποίο τελικά κατεδαφίστηκε το 1842 μ.Χ. μετά την απελευθέρωση του ελληνικού έθνους.

ΜΟΡΟΖΙΝΗ

Ο Παρθενώνας, που παρέμεινε ιερός και ανέγγιχτος από χριστιανούς και βαρβάρους όλων των εποχών, καταστράφηκε ηθελημένα το έτος 1687 μ.Χ. από τον στρατηγό των Βενετών Φραντσέσκο Μοροζίνι κατά την πολιορκία της Αθήνας.

Γνωρίζοντας ότι οι αμυνόμενοι Τούρκοι είχαν μετατρέψει τον Παρθενώνα σε μπαρουταποθήκη, έδωσε εντολή για την στόχευσή του, σπεύδοντας να συγχαρεί μάλιστα του πυροβολητές μετά την ανατίναξη.

Ο Μοροζίνι εν συνεχεία δέχτηκε επαίνους από τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία για την επιτυχία του, σε σημείο να κοπούν και αναμνηστικά μετάλλια του γεγονότος, αν και τα πραγματικά οφέλη της νίκης του ήταν ανύπαρκτα. Ο στρατός του Μοροζίνη, αναγκάστηκε να εγκατέλειψει την Αθήνα σε διάστημα λίγων μηνών, ακολουθούμενος τους ραγιάδες της Αθήνας, που εφοβούντο αντίποινα των Τούρκων.

Κατά την υποχώρησή τους αυτή οι Βενετοί προσπάθησαν χωρίς επιτυχία να αποσπάσουν τα αγάλματα του δυτικού αετώματος του Παρθενώνος. Λόγω του βάρους τους και της προχειρότητας της προσπάθειας όμως, τα αγάλματα έπεσαν στο έδαφος και συνετρίβησαν. Τελικά αρκέστηκαν στην κλοπή όσων έργων τέχνης μπορούσαν να αποσπαστούν και να μεταφερθούν σχετικά εύκολα στην Βενετία, τα μνημεία αυτά έως τη σήμερον απαντώνται διασκορπισμένα σε διάφορα μουσεία της Ευρώπης. Ο Παρθενώνας, μετά το πέρασμα του Μοροζίνη δεν ήταν παρά μια σκιά της προηγούμενης δόξας του.

Το μεσαίο τμήμα του ναού με τα επιστύλιά του καταστράφηκε ολοσχερώς. Ο γλυπτός διάκοσμος του επλήγη ακόμα περισσότερο, ενώ ο Ιερός Βράχος γέμισε από θραύσματα και μάρμαρα του ναού. Στη θέση τους παρέμειναν μόνο οι κίονες της δυτικής και ανατολικής πλευράς του ναού, καθώς και κάποια τμήματα του σηκού.

Ο μεγάλος όγκος των θραυσμάτων του μνημείου με την σχεδόν αδύνατη μεταφορά τους, είχε και την ευεργετική θετική παρενέργειά του, αφού απέτρεψε τον περαιτέρω εποικισμό τους από τους Οθωμανούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Google Ads | Το κάθε κλίκ μετράει