Ο μαγικός κόσμος του διαδικτύου

Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

Η μεγάλη απόδραση του Ναπολέοντα από την νήσο Ελβα


Τον Φεβρουάριο του 1815, η ατμόσφαιρα στη νήσο Ελβα στο τοσκανικό αρχιπέλαγος ήταν ηλεκτρισμένη. Ο λόγος ήταν ότι η μεγάλη γιορτή που οργάνωνε εδώ και εβδομάδες ο Ναπολέοντας Βοναπάρτης, ο αυτοκράτορας του νησιού, θα γινόταν επιτέλους πραγματικότητα. Στην ουσία, όμως, κάτι άλλο ήταν αυτό που συμπλήρωνε την αίσθηση ότι κάτι σημαντικό επρόκειτο να συμβεί, αίσθηση την οποία μοιράζονταν σχεδόν όλοι οι κάτοικοι του νησιού: χωρίς να το έχει καταλάβει κανείς, ο Ναπολέοντας είχε σχεδιάσει ίσως τη μεγαλύτερη απόδραση στην Ιστορία.

Στις 31 Μαρτίου του προηγούμενου χρόνου, μετά από μια μέρα συγκρούσεων στα προάστια του Παρισιού, οι κουρασμένοι στρατιώτες του αυτοκράτορα Ναπολέοντα παραδόθηκαν στις δυνάμεις του Εκτου Συνασπισμού – της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας. Τέσσερις ημέρες αργότερα, και ενόσω ο Ναπολέοντας βρισκόταν στα ανάκτορα του Φοντενεμπλό επιχειρώντας να ανασυντάξει το στράτευμά του, οι πέντε διοικητές του γαλλικού στρατού συναντήθηκαν μαζί του, προτρέποντάς τον να παραιτηθεί του θρόνου και δηλώνοντας ότι δεν διέθετε πλέον την υποστήριξη του στρατού. Ο Ναπολέοντας αρχικά προσφέρθηκε να παραιτηθεί υπέρ του γιου του, όμως η δυσαρέσκεια του στρατού ήταν τέτοια που δεν του επέτρεψε να κάνει κάτι άλλο, παρά να παραιτηθεί άνευ όρων.

Στις 11 Απριλίου υπογράφηκε ανάμεσα σε εκείνον, τις δυνάμεις του Έκτου Συνασπισμού και της Γαλλικής Προσωρινής Κυβέρνησης η Συνθήκη του Φοντενεμπλό, το πρώτο άρθρο της οποίας ορίζει ότι ο Ναπολέοντας παραιτείται από κάθε κυριαρχία επί της Γαλλικής Αυτοκρατορίας και της Ιταλίας. Στο δεύτερο άρθρο της αναφερόταν ότι του επιτρεπόταν να διατηρήσει τον τίτλο του αυτοκράτορα και στο τρίτο άρθρο σημειωνόταν ότι η Έλβα, ένα νησί 12.000 κατοίκων, ήταν ο τόπος που «επέλεξε» ο Ναπολέοντας ως κατοικία του. Θα ήταν, μάλιστα, «ένα ανεξάρτητο πριγκιπάτο που θα κατείχε ο ίδιος, με πλήρη κυριαρχία και ως προσωπική ιδιοκτησία».

Τα κλειδιά του Πορτοφεράιο, της μεγαλύτερης πόλης του νησιού, παραδόθηκαν στον Ναπολέοντα στις 30 Μαΐου 1814. Συνοδευόμενος από περίπου χίλιους άνδρες πιστούς σε αυτόν, καθώς και από τη μητέρα του Λετίτσια και την αδελφή του Πολίν, ο Βοναπάρτης δεν άργησε να δημιουργήσει μια κανονική αυλή γύρω του, αλλά και μια κυβερνητική δομή. Ο ίδιος ήταν επικεφαλής, ο Ανρί Μπερτράν, ήταν δεύτερος τη τάξει στην κυβέρνηση και υπουργός Εσωτερικών, ο Αντουάν Ντρουό κατείχε τη θέση του στρατιωτικού διοικητή του νησιού και του υπουργού Πολέμου, και ο Πιέρ Καμπρόν εκείνη του διοικητή του φρουρίου του Πορτοφεράιο. Σύντομα παραχώρησε νέο Σύνταγμα, προχώρησε σε εκπαιδευτικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις, και επικεντρώθηκε στην κατασκευή υποδομών.

Όμως, παρά την φαινομενικά φιλήσυχη ζωή του στο νησί, ο Ναπολέοντας δεν είχε αποκοπεί τελείως από τις εξελίξεις στη Γηραιά Ήπειρο – ιδιαίτερα εκείνες που τον αφορούσαν. Φρόντισε να μετέλθει διάφορες μεθόδους προκειμένου να έχει στη διάθεσή του μια συνεχή ροή πληροφοριών. Μερικές από τις πιο αθώες εξ αυτών ήταν η ανάγνωση γαλλικών, ιταλικών και αγγλικών εφημερίδων, στις οποίες γινόταν συνδρομητής με ψευδώνυμο, η παρακολούθηση της αλληλογραφίας των μελών του στρατεύματός του αλλά και η συναναστροφή με τους Άγγλους επισκέπτες, τους Γάλλους εμπόρους και τους κακοπληρωμένους αξιωματικούς που συνέρρεαν στο νησί από περιέργεια, πίστη σε εκείνον ή για να αναζητήσουν δουλειά.

Επίσης, δεν πρέπει να παραβλέψουμε ότι η κυριαρχία του, που αναγνωριζόταν από όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις εκτός από τη Γαλλία, επέτρεπε στα ξένα πλοία να ελλιμενίζονται ελεύθερα στο νησί και στον μικρό στολίσκο του να ταξιδεύει προς τα λιμάνια της Τοσκάνης και των Παπικών Κρατών, με πρόσχημα τη μεταφορά αλληλογραφίας και εφοδίων. Κάποιες ημέρες, στο Πορτοφεράιο εισέπλεαν και απέπλεαν μέχρι και είκοσι αγγλικά, γενοβέζικα και ναπολιτάνικα πλοία. Οποιοσδήποτε μπορούσε να έρθει ή να φύγει – και αυτό διευκόλυνε πολύ τη διέλευση των μυστικών πρακτόρων του Ναπολέοντα, οι οποίοι ήταν σκορπισμένοι σε όλη την Ευρώπη.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις τέτοιων πρακτόρων ήταν εκείνη ενός δημοτικού συμβούλου στο Λιβόρνο ονόματι Μπαρτολούτσι –ο οποίος μετέφερε τη μυστική αλληλογραφία με ένα πλοίο δύο φορές την εβδομάδα–, καθώς και ενός κατασκευαστή γαντιών στη Γκρενόμπλ ονόματι Ντιμουλέν, ο οποίος φρόντιζε να ενημερώνει τον Ναπολέοντα για τις αλλαγές που γίνονταν στους διορισμούς των στρατιωτικών διοικητών, κρύβοντας τις επιστολές του σε δέματα γαντιών.

Ο πιο έμπιστός του συνεργάτης, όμως, ήταν ο μέχρι πρότινος γραμματέας του, Κλοντ Φρανσουά Μενεβάλ, ο οποίος είχε αποσπαστεί στην υπηρεσία της συζύγου του Ναπολεόντα Μαρίας Λουίζας στη Βιέννη και είχε διατηρήσει πολλές φιλίες στους διπλωματικούς κύκλους – όπως με την πεθερά του αναπληρωτή του Ταλλεϋράνδου, του Γάλλου εκπρόσωπου στο Συνέδριο της Βιέννης. Μέσω του Μενεβάλ, ο Ναπολέοντας γνώριζε με κάθε λεπτομέρεια τι σχεδίαζαν οι αντίπαλοί του. Βέβαια, ο Έκτος Συνασπισμός διέθετε επίσης πολλούς πράκτορες που κατασκόπευαν τον Ναπολέοντα. Κανείς δεν ήταν σε καλύτερη θέση για εκείνη τη δουλειά από τον συνταγματάρχη Κάμπελ, τον Βρετανό επίτροπο που διέμενε στο Πορτοφεράιο, ο οποίος ενεργούσε ως πρεσβευτής της Ευρώπης στον Ναπολέοντα.

Τον Δεκέμβριο του 1814, οι πληροφορίες του έμπιστου Μενεβάλ ενημέρωναν τον Ναπολέοντα ότι οι συμμετέχοντες στο Συνέδριο της Βιέννης συζητούσαν τον εκτοπισμό του σε ένα ακόμη πιο απομακρυσμένο νησί, πράγμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί πρόσχημα για μια πιθανή δολοφονία του. Ο Ταλλεϋράνδος, με την πλήρη υποστήριξη του Άγγλου εκπροσώπου, λόρδου Κάσλρεϊ, έριξε στο τραπέζι το νησί της Αγίας Ελένης στον Νότιο Ατλαντικό. Εν τέλει, βέβαια, άσκησε βέτο ο τσάρος Αλέξανδρος και μαζί του συμφώνησε ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος της Αυστρίας, κι έτσι ο Ναπολέοντας δεν εκτοπίστηκε.

Ωστόσο, έλαβε το μήνυμα. Η εξορία του σε ένα μέρος εντελώς αποκομμένο από την Ευρώπη ήταν ένας σοβαρός λόγος για να αναλάβει δράση. Στην πραγματικότητα, όμως, δεν ήταν ο μοναδικός λόγος. Ο σημαντικότερος, ίσως, ήταν η οικονομική δυσπραγία στην οποία είχε περιέλθει – εξαιτίας της αθέτησης της Συνθήκης του Φοντενμπλό. Μεταξύ άλλων, η συνθήκη όριζε ότι η Γαλλία θα παρείχε στον Ναπολέοντα δύο εκατομμύρια φράγκα τον χρόνο για τα έξοδά του στην Έλβα. Ωστόσο, ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΗ΄ (μετά την πτώση του Ναπολέοντα είχε επανέλθει στον γαλλικό θρόνο η δυναστεία των Βουρβόνων) αρνούνταν να παραχωρήσει τα χρήματα αυτά στον Ναπολέοντα.

Οι πόροι του νησιού – τα φορολογικά έσοδα και τα κτήματα– μόλις και μετά βίας ισορροπούσαν τον κυβερνητικό προϋπολογισμό και τα έξοδα του νοικοκυριού της Αυτού Μεγαλειότητας ενώ δεν μπορούσε να καλυφθεί το τεράστιο έλλειμμα των χρημάτων που προοριζόταν για τις στρατιωτικές δαπάνες. Ο Ναπολέοντας δεν μπορούσε, σε καμία περίπτωση, να εγκαταλείψει το μικρό του στράτευμα των χιλίων πεντακοσίων ανδρών, το υπέρτατο προπύργιο της ασφάλειάς του – αυτό θα ήταν αυτοκτονία.

Από την άλλη, οι αναφορές που λάμβανε σχετικά με την αυξανόμενη αντιδημοτικότητα του Λουδοβίκου ΙΗ΄ σίγουρα τον ενθάρρυναν και του υποδείκνυαν έναν νέο στόχο: τη σωτηρία της Γαλλίας.

Η απόφασή του να φύγει από την Έλβα ελήφθη αμέσως μόλις πληροφορήθηκε όσα συζητούνταν στο Συνέδριο της Βιέννης. Μάλιστα την ίδια μέρα έδωσε προφορική εντολή στον έμπιστό του Πον ντε λ’Ερό για την αγορά τριών μεταγωγικών πλοίων. Επέλεξε επίσης το πλοίο που θα μετέφερε τον ίδιο και τους άντρες του: το μπρίκι «L’Inconstant», το οποίο είχε παραχωρήσει μετά από επιμονή του Ναπολέοντα το γαλλικό ναυτικό για τη μεταφορά αλληλογραφίας και προμηθειών στο νησί. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο Πον ντε λ’Ερό θα ήταν ο μόνος που θα γνώριζε για το σχέδιο του Ναπολέοντα, του οποίου η επιτυχία εξαρτιόταν από το στοιχείο του αιφνιδιασμού, και επομένως από την αυστηρότερη μυστικότητα.

Στο μεταξύ, όσο γίνονταν οι μυστικές προετοιμασίες για τη μεγάλη απόδραση, ο Ναπολέοντας φρόντιζε να δίνει την εικόνα ενός παραιτημένου και πικραμένου πολιτικού, φτάνοντας να πει στον Άγγλο πρέσβη-κατάσκοπο Κάμπελ: «Σας το έχω πει και θα σας το ξαναπώ, δεν είμαι τίποτα περισσότερο από έναν νεκρό. Το μόνο που με νοιάζει είναι η οικογένειά μου και η συνταξιοδότησή μου, το σπίτι μου, οι αγελάδες μου και τα μουλάρια μου». Ο Κάμπελ φάνηκε να πείθεται και προτίμησε να φεύγει τακτικά από την Έλβα με προορισμό την Ιταλία, δήθεν για να ανταλλάξει πληροφορίες με τους Αυστριακούς, αλλά στην πραγματικότητα για να επισκέπτεται την ερωμένη του.

Τα συχνά ταξίδια του συνταγματάρχη Κάμπελ στην Ιταλία καθόρισαν και την ημέρα εκτέλεσης του σχεδίου: στις 26 του μηνός ο Άγγλος πρόξενος –και το πλοίο του «Partridge» – δεν θα είχε προλάβει να γυρίσει στο νησί και να παρευρεθεί στη μεγαλοπρεπή γιορτή που οργάνωνε η αδελφή του Ναπολέοντα, Πολίν. Μάλιστα, η γιορτή αυτή ήταν το ιδανικότερο «κάλυμμα» για τα σχέδια του Βοναπάρτη: Το καρναβάλι είχε ξεκινήσει μέρες πριν τη δεξίωση – διοργανώνονταν χοροί στην κατοικία του Ναπολέοντα, εγκαινιάστηκε το θέατρο και μια μασκαράτα παρήλαυνε στους δρόμους του Πορτοφεράιο προκαλώντας πανηγυρισμούς. Για να ξεγελάσει τους κατασκόπους, ο Ναπολέοντας παραχώρησε στον θίασο οικόπεδα γύρω από τα φρούρια του νησιού και από το πρωί μέχρι το βράδυ οι στρατιώτες έσκαβαν καθώς οι ήχοι των τραγουδιών κάλυπταν τον θόρυβο των προετοιμασιών.

Τελικά, όταν έπεσε το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου, ο Ναπολέοντας αποχαιρέτισε τους κατοίκους του νησιού, οι οποίοι είχαν ξεχυθεί στους δρόμους μετά το μοίρασμα μιας προκήρυξης που ανακοίνωνε την αποχώρηση του αυτοκράτορα από το νησί. «Κάτοικοι της Έλβα, υπολογίστε στην ευγνωμοσύνη μου. Σας εμπιστεύομαι τη μητέρα μου και την αδελφή μου… Αντίο, σας αγαπώ, είστε οι γενναίοι της Τοσκάνης», είπε στο συγκεντρωμένο πλήθος στο λιμάνι. Επιβιβάστηκε στο βαμμένο με αγγλικά χρώματα «Inconstant» και μαζί με τους άντρες του έπλευσε σε κοινή θέα για τη Γαλλία.

Μία από τις μεγαλύτερες αποδράσεις στην Ιστορία είχε πετύχει. Ο Ναπολέοντας θα επέστρεφε στη Γαλλία ως σωτήρας ή αν μη τι άλλο ως εκείνος που μέσα στις επόμενες εκατό μόλις ημέρες, θα άλλαζε το πεπρωμένο της –και το δικό του– για πάντα.

Επιμέλεια στήλης: Μυρτώ Κατσίγερα, Βασίλης Μηνακάκης, Αντιγόνη-Δέσποινα Ποιμενίδου, Αθανάσιος Συροπλάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Google Ads | Το κάθε κλίκ μετράει