Πρόκειται για τη λέξη παρέα ετυμολογείται από το Parella, καταλανική μορφή του Pareja, και σημαίνει δύο πρόσωπα που μαζί κάνουν κάτι. Πρόκειται δηλαδή για βασικό κατάλοιπο της καταλανικής κυριαρχίας στην Αθήνα.
Το ζήτημα είναι πώς λέξη ξένη ενσωματώθηκε, μέσω του αθηναϊκού ιδιώματος, στον οιονεί πυρήνα της γλώσσας μας, χαρακτηρίζοντας μάλιστα κοινωνική δομή την οποία δύσκολα μπορεί κάποιος να συναντήσει σε χώρες της λοιπής Ευρώπης.
Η απάντηση εν προκειμένω δεν είναι δυσχερής: Οι Καταλανοί, η κυριαρχία των οποίων στην Αθήνα καταλύθηκε οριστικά μόνο στα 1388, είχαν επιβάλει, στην επικράτειά τους, τη δική τους γλώσσα ως επίσημη. Αυτό δεν το είχαν κάνει ούτε οι πριν από αυτούς Φράγκοι ούτε οι Ιταλοί που τους διαδέχθηκαν.
Στις αρχές του 14ου αιώνα ο Ελλαδικός χώρος ήταν κατακερματισμένος ανάμεσα σε κτήσεις που ανήκαν στον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ανδρόνικο ΙΙ Παλαιολόγο και σε Φράγκους φεουδάρχες κληρονόμους των Σταυροφόρων που άλωσαν την Κωνσταντινούπολη το 1204.
Ο Αυτοκράτορας είχε υπό τον έλεγχο του την Μακεδονία, την Θράκη, τον Μυστρά, την Κωνσταντινούπολη και μια στενή λωρίδα γης στην Μικρά Ασία που εφαπτόταν στην Βασιλεύουσα.
Ο υπόλοιπος χώρος (Θεσσαλία, Θήβα, Ανδραβίδα, Αθήνα, Πάτρα, Κόρινθος, νησιά του Αιγαίου, Ναύπακτος) βρίσκονταν υπό τον έλεγχο Φράγκων φεουδαρχών που συγγένευαν με ισχυρούς βασιλικούς οίκους της Ευρώπης. Οι περιοχές αυτές ήταν κατάσπαρτες από ισχυρά κάστρα που σταθεροποιούσαν την εξουσία των κατά τόπους βαρόνων και μικρότερων μικρότερων ευγενών, εις βάρος του ντόπιου αγροτικού πληθυσμού.
Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε για τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Ανδρόνικο ο σημαντικός κίνδυνος των Οθωμανών Τούρκων. Ο βυζαντινός στρατός είχε αποδιοργανωθεί πλήρως λόγω έλλειψης χρημάτων ικανών στρατηγών και απωλειών από τους πολέμους με τους Φράγκους, είχε χάσει κατά μεγάλο μέρος το ηθικό και την αλκή του και έτσι οι πλέον αξιόπιστες βυζαντινές στρατιωτικές μονάδες ήταν Αλανοί και Μουσουλμάνοι μισθοφόροι. Έτσι ο Ανδρόνικος μοιραία στράφηκε στην Δύση για να βρει ισχυρότερους συμμάχους.
Την ίδια εποχή στην Σικελία τελείωναν οι “Σικελικοί Εσπερινοί“, ένας αιματηρός εμφύλιος πόλεμος μεταξύ βασιλικών οίκων με τελικό έπαθλο το νησί της Σικελίας. Μετά το τέλος του πολέμου και την ειρήνη του Καλταμπελλόττα, ο μισθοφόρος τυχοδιώκτης καταλανικής καταγωγής Ρογήρος ντε Φλορ (παλαιός Ναΐτης ιππότης), όπως και χιλιάδες άλλοι Καταλανοί μισθοφόροι (γνωστοί και ως αλμαγάβαροι από την εποχή των επιθέσεων τους κατά των Μωαμεθανών της Ισπανίας), βρέθηκαν χωρίς εργοδότη.
Μετά από συνεννοήσεις ο Ανδρόνικος τους έπεισε να συμμαχήσουν μαζί του τάζοντας υψηλές αποδοχές και αξιώματα. Έτσι το 1302 ο Ντε Φλορ μαζί με 5.000 ακόμη Καταλανούς επιβιβάζονται σε 36 πολεμικές γαλέρες και πηγαίνουν στην Κωνσταντινούπολη όπου γίνονται δεκτοί με μεγάλες τιμές από τον Αυτοκράτορα.
Το 1303 εγκαθίστανται στοn Κύζικο Μ. Ασίας και στα επόμενα δύο χρόνια συντρίβουν σε συνεχείς πολεμικές αναμετρήσεις τους επικίνδυνους Οθωμανούς φτάνοντας ως το Ικόνιο, αποδεικνύοντας την αδιαμφισβήτητη στρατιωτική τους αξία. Παράλληλα όμως οι Καταλανοί αποσπούσαν με την βία αμοιβές και από τις πόλεις που απελευθέρωναν, ενώ πολλές τις ρήμαζαν και τις λεηλατούσαν.
Η συμπεριφορά τους αυτή και οι συνεννοήσεις τους με τοπικούς άρχοντες για δημιουργία ανεξάρτητου Καταλανικού κρατιδίου στην Μ. Ασία, δικαίως τους κατέστησε επικίνδυνους στα μάτια του Αυτοκράτορα που τους κάλεσε εσπευσμένα στην Κωνσταντινούπολη και δολοφόνησε τον αρχηγό τους Ντε Φλόρ με την ελπίδα ότι οι υπόλοιποι θα διαλύονταν.
Οι Καταλανοί όμως όχι μόνο δεν διαλύθηκαν, αλλά αφού εξέλεξαν νέο τους αρχηγό τον Μπερεγκάρ ντε Ροκαφόρ, λεηλάτησαν όλη την χερσόνησο της Καλλίπολης σφάζοντας ανηλεώς τους κατοίκους της και προκαλώντας συνεχώς τους Βυζαντινούς για μάχη φτάνοντας ως τα τείχη της πρωτεύουσας. Όταν τα Βυζαντινά στρατεύματα αποφάσισαν να αντιπαρατεθούν, ακολούθησε μια καταστροφική μάχη για αυτούς όπου σκοτώθηκαν σχεδόν 20.000 άνδρες ενώ τραυματίστηκε και ο γιος του Αυτοκράτορα.
Μετά από αυτή την μάχη, τα βυζαντινά εδάφη και οι πληθυσμοί τους, βρέθηκαν στο έλεος της “καταλανικής εταιρείας” (η “κομπανίας” κατά την επί λέξει απόδοση του όρου από τα Ισπανικά). Οι Καταλανοί λεηλάτησαν με μίσος όλη την Θράκη και την Μακεδονία, ληστεύοντας και σκοτώνοντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους, γεμίζοντας με τρόμο τους φτωχούς κατοίκους των περιοχών.
Εγκαταστάθηκαν την διετία 1307-1309 στην Ποτίδαια Χαλκιδικής προσπαθώντας χωρίς επιτυχία να καταλάβουν την οχυρή Θεσσαλονίκη. Από την καταστροφική μανία των Καταλανών δεν ξέφυγε ούτε το Άγιο Όρος όπου από 300 Μονές, μόνο 25 έμειναν αλώβητες, ενώ οι υπόλοιπες βεβηλώθηκαν και καταληστεύτηκαν. Για να γίνει αντιληπτή η σκληρότητα των Καταλανών αναφέρουμε πως όταν ο αρχηγός τους ντε Ροκαφόρ τους εγκατέλειψε αιφνιδιαστικά το 1308, έσφαξαν άλλους δεκαπέντε μικρότερους στην ιεραρχία, αρχηγούς τους για να εκτονώσουν την οργή τους.
Αμέσως μετά την καταστροφή των περιοχών της Μακεδονίας και λόγω της πίεσης του Αυτοκρατορικού στρατού υπό τον ικανό αρχιστράτηγο Χανδρηνό , αναχώρησαν κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Θεσσαλία με ευκολία, εισερχόμενοι πλέον στις Φράγκικες κτήσεις.
Φτάνοντας στην Θήβα το 1310 μ.Χ. ήρθαν σε συνεννόηση με τον ισχυρό Δούκα της Αθήνας Βάλτερ ντε Μπριεν συνεχιστή του οίκου ντε Λα Ρος και πολέμησαν κατακτώντας πολλά κάστρα (Ζητούνι, Φάρσαλα,Αλμυρός, Σιδηρόκαστρο) για λογαριασμό του. Τις τάξεις της “Καταλανικής Εταιρείας” είχαν πυκνώσει νέοι εθελοντές από την Καταλονία αλλά και πολλοί Οθωμανοί Τούρκοι.
Τον Σεπτέμβριο ο Βάλτερ ντε Μπριεν φοβούμενος την αύξηση της ισχύος της “Εταιρείας”, ζήτησε από τους Καταλανούς να εγκαταλείψουν τα εδάφη του, παραδίδοντας όλα τα κάστρα που κέρδισαν πολεμώντας για λογαριασμό του. Η Καταλανική Εταιρεία ζήτησε να κρατήσει κάποια από αυτά για να εγκατασταθεί μόνιμα, αλλά ο Δούκας αρνήθηκε με προσβλητικό τρόπο και ετοιμάστηκε να συντρίψει τους Καταλανούς καλώντας όλους τους Φράγκους συμμάχους του για βοήθεια, κατά την συνήθεια της εποχής.
Πολύ σύντομα 2000 σιδερόφρακτοι ιππότες και 20.000 πεζοί είχαν μαζευτεί στην Αθήνα, δύναμη τεράστιας ισχύος για τα δεδομένα της εποχής.Οι σιδερόφρακτοι Φράγκοι ιππότες αποτελούσαν την πιο επίλεκτη μονάδα της εποχής καθώς η επίθεση τους ήταν συντριπτικής ισχύος έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου και απολάμβανε μεγάλης φήμης τότε.
Οι Καταλανοί ήταν πλέον παγιδευμένοι καθώς στην Θεσσαλία προήλαυνε ο ικανός Βυζαντινός στρατηγός Χανδρηνός με σημαντικές δυνάμεις που τους είχε νικήσει στο παρελθόν, έτσι η μάχη κατά των Φράγκων του Βάλτερ στις 15 Μαρτίου 1311, ήταν μονόδρομος. Οι Καταλανοί διάλεξαν με στρατιωτική σοφία, το πεδίο μάχης να είναι στην πεδιάδα του ποταμού Κηφισσού (της Βοιωτίας) κοντά στην Κωπαΐδα, όπου το έδαφος ήταν ελώδες.
Οι δυνάμεις τους (3500 ιππείς, 4000 πεζοί και πολλοί Τούρκοι) παρατάχθηκαν με το έλος μπροστά τους. Ο Βάλτερ ντε Μπριεν έπεσε στην παγίδα διατάσσοντας επέλαση στους ιππότες που τον περιστοίχιζαν. Το βαρύ Φράγκικο ιππικό κόλλησε στην λάσπη και ακολούθησε η μαζική σφαγή του, από τους πεπειραμένους Καταλανούς. Από την Φράγκικη στρατιά πολύ λίγοι επέζησαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν γλίτωσε ούτε ένας στρατιώτης για να μεταφέρει το νέο της καταστροφής στην Αθήνα.
Έτσι οι Καταλανοί κατέλαβαν την Θήβα (την λεηλάτησαν σφάζοντας τους κατοίκους της χωρίς να εξαιρέσουν ούτε τα νήπια) και την Αθήνα το 1311 εγκαθιστώντας μόνιμο δικό τους καθεστώς το οποίο άντεξε ως το 1387, χάρις την αλκή των πολεμιστών του και τις ισχυρές συμμαχίες που σύμπτυξε. Στα χρόνια που ακολούθησαν διεξήγαγαν πολλές επιδρομές και πολέμους στις γύρω περιοχές και στην μέγιστη ακμή τους έλεγχαν όλη την Θεσσαλία και την Στερεά Ελλάδα ως την Κόρινθο. Οι ανώτεροι αξιωματούχοι των Καταλανών έλαβαν για συζύγους τις γαλαζοαίματες γυναίκες των ευγενών που εξολόθρευσαν στην μάχη της Κωπαΐδας.
Η καταλανική ορίστηκε ως επίσημη γλώσσα του Αθηναϊκού κρατιδίου, ενώ οι Έλληνες κάτοικοι ζούσαν υπό την συνεχή καταπίεση των Καταλανών χωρίς να έχουν δικαίωμα να εμπορεύονται, να μεταβιβάζουν την περιουσία τους στα παιδιά τους και να ασκούν άλλα επαγγέλματα πλην των αγροτικών.
Λίγα χρόνια μετά, εξομάλυναν τις κάκιστες σχέσεις τους με τον Πάπα. Οι δύο επόμενες γενιές που ακολούθησαν όμως, δεν επέδειξαν την στρατιωτική αλκή των προγόνων τους, καθώς μεγάλωσαν στην χλιδή των δεσποτών της μεσαιωνικής φεουδαρχίας. Μετά την φυσιολογική εξέλιξη της πτώσης του καθεστώτος της καταλανικής Εταιρείας στην Αθήνα από τον οίκο Ατζαγιόλι το 1387, πολλά μέλη της επέστρεψαν στην Σικελία και στην Καταλονία.
Η ιστορία της “Καταλανικής Εταιρείας” μαρτυρεί την μεγάλη αδυναμία τόσο του Βυζαντινού όσο και των Φραγκικών μικρότερων κρατών να προστατέψουν τα εδάφη τους ακόμη και από την απειλή ανοργάνωτων στιφών μισθοφόρων τυχοδιωκτών.
Έτσι οι Οθωμανοί λίγα χρόνια μετά εκμεταλλεύθηκαν την καταστροφή και την αποδιοργάνωση των μεσαιωνικών κρατικών οργανισμών των Βαλκανίων, επικρατώντας και επιβάλλοντας την σκοταδιστική και δεσποτική εξουσία τους για τέσσερις αιώνες.
Η πρωτόγονη αγριότητα, η ασχήμια και η παντελής έλλειψη ατομικής καθαριότηταςχαρακτήριζαν τα μέλη της “Εταιρείας” ενώ μακρινοί απόηχοι της παρουσίας της εντοπίζονται στην λαϊκή δημοτική μας παράδοση. Ο ιστορικός William Miller θεωρεί ότι η παρουσία της Καταλανικής Εταιρείας στην περιοχή, είχε ίσης σημασίας καταστροφικά αποτελέσματα με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της δύσης το 1204 μ.Χ.
Η σημερινή πολιτική ηγεσία της περιοχής της Καταλανίας με πρωτοβουλία του Κάρλες Ντουάρτε επέδειξε αυξημένη πολιτισμική ανθρωπιστική και ιστορική ευαισθησία, χρηματοδοτώντας το 2004 την αναστήλωση της Μονής Βατοπαιδίου προσδοκώντας με αυτή την χειρονομία να εξιλεωθεί 700 χρόνια μετά για τις ανήκουστες καταστροφές που προκάλεσαν στον Ελλαδικό χώρο και στο Άγιο Όρος οι βάρβαροι πρόγονοι τους.
Πηγή: http://www.hellinon.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου