Το σχέδιο των δανειστών, της εγχώριας οικονομικής ελίτ και του πολιτικού κατεστημένου είναι σαφές: Αφού δεν κατάφεραν να μεταθέσουν το χρόνο των εκλογών, ενώνουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να διαμορφωθούν οι προυποθέσεις ώστε τις τύχες της χώρας ν’ αναλάβει μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ. Τα κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν συμφιλιωθεί με την ιδέα και αρχίζουν να την καλλιεργούν. Είναι έτοιμα να δεχθούν ακόμη και τον Α. Σαμαρά στη θέση του πρωθυπουργού.
Οι αντιρρήσεις που εκφράζονται από την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας είναι για «τα μάτια του κόσμου». Δεν μπορεί η ηγεσία της να το πει καθαρά γιατί κυνηγάει το στόχο της αυτοδυναμίας. Ωστόσο, οι πιο ρεαλιστές στη Συγγρού υποστηρίζουν πως μια κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, και με όποιους άλλους θελήσουν να ενταχθούν, είναι η σωστή λύση, ακόμη κι αν το κόμμα τους πετύχει την αυτοδυναμία. Σε σύσκεψη που έγινε πριν από μερικές ημέρες με τη συμμετοχή υπουργών της κυβέρνησης Παπαδήμου, κορυφαίος παράγοντας της Ν.Δ απευθυνόμενος στους συναδέλφους του από το ΠΑΣΟΚ είπε το εξής: «ελπίζω να μας λυπηθεί ο Θεός και να μην πάρουμε αυτοδυναμία. Μια κυβέρνηση της Ν.Δ δεν θ’ αντέξει ούτε δύο μήνες». Έχει δίκιο.
Βεβαίως, η άποψή του ότι μια κυβέρνηση συνεργασίας θα έχει καλύτερες προοπτικές από μια μονοκομματική κυβέρνηση, είναι υπερβολικά αισιόδοξη. Το μόνο πλεονέκτημα που θα έχει μια τέτοιου τύπου κυβέρνηση είναι ότι δεν θα χρειαστεί να σπαταλήσει χρόνο σε συζητήσεις για τη σύνταξη κυβερνητικού προγράμματος. Αυτό υπάρχει και είναι το μνημόνιο 2. Οι βασικές κατευθύνσεις είναι δεδομένες. Όσοι πάντως πιστεύουν ότι με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπιστεί το οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα της χώρας, μάλλον δεν έχουν σταθμίσει σωστά την κατάσταση.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα κόμματα του αρχηγικού δικομματισμού θα βγουν από τις κάλπες με μειωμένες δυνάμεις [ποσοστά της τάξεως του 80% είναι απλησίαστα], χωρίς κύρος [εξαιτίας του πρότερου ανέντιμου βίου τους], απορφανισμένα από στελέχη [φεύγουν μαζικά και από τα δύο κόμματα], με καταρρακωμένο ηθικό [λόγω των συνεχών εκπτώσεων σε θέματα αρχής] και με εμφανή τα συμπτώματα της κρίσης αυτοεκτίμησης. Πιθανότατα θα έχουν μεγάλη πλειοψηφία στη Βουλή [ελέω εκλογικού νόμου], αλλά στην κοινωνία το προβάδισμα τους θα είναι οριακό.
Επίσης, όπως όλα δείχνουν, οι πολίτες θα πριμοδοτήσουν τους αντιμνημονιακούς σχηματισμούς. Αυτό θα έχει ως συνέπεια [παρά το γεγονός ότι το αντιμνημονιακό ρεύμα δεν είναι ενιαίο] να δημιουργηθούν εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για την υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής. Αν η κοινωνία είναι απέναντι, αν τα κόμματα εξουσίας παραπαίουν υπό το βάρος μιας αντιλαικής πολιτικής, αν η ανεργία δεν υποχωρήσει, αν η ύφεση δεν αποκλιμακωθεί, η ζωή της κυβέρνησης του μεγάλου συνασπισμού θα είναι σύντομη.
Κάποιοι ποντάρουν στο ότι δεν έχει διατυπωθεί σαφής εναλλακτική πρόταση. Και εφησυχάζουν. Αυταπατώνται. Καραδοκούν οι δυσάρεστες [γι αυτούς] εκπλήξεις. Πλατιά στρώματα του λαού αγγίζουν το σημείο της απόλυτης απελπισίας που ταυτίζεται με το σημείο της απόλυτης ελευθερίας από καταναγκασμούς και φόβους. Αν έχεις να χάσεις μόνο τις αλυσίδες σου δεν το σκέφτεσαι. Συγκρούεσαι με ό,τι σε δυναστεύει και σου αφαιρεί το δικαίωμα να ελπίζεις ότι ένας καλύτερος κόσμος είναι εφικτός.