«Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος», και αν χρησιμοποιήσω και πολυτονικό, τον έπιασα τον Άδωνι, αλλά πιθανόν μόνο αυτόν θα πιάσω, διότι ο ΠαπαΛουκάς μας είπε πως καλύτερα να παίρνουμε ψίχουλα παρά να μην παίρνουμε καθόλου…..παρά!!!! Κάλιο πέντε και στο χέρι, δηλαδή, παρά δέκα και καρτέρι! Και τι καρτέρι και πού; Πού να στήσουμε ξόβεργες για να πιάσουμε κανένα ευρώ που θα κάνει ελεύθερη πτώση θέλοντας να ξεφύγει από καμιά παραφουσκωμένη τσέπη; Αλλά και οι παραφουσκωμένες τσέπες λιγόστεψαν, για να μην πω ότι δεν υπάρχουν πια και πάθω μεγαλύτερη μελαγχολία. Σαφάρι για τα χαμένα μας ευρώ να κάνουμε, ούτε σεντς δεν πρόκειται να αιχμαλωτίσουμε. Παλιότερα, θυμάμαι, όποια τσάντα κι αν άνοιγα, όλο και κάτι ψιλοξεχασμένα ευρώ θα έβρισκα, τώρα μόνο αναπτήρες της γνωστής εταιρίας καλλυντικών!!! Κάποτε στο αυτοκίνητο υπήρχαν πάντα ψιλά στη θήκη, κάτω από το χειρόφρενο, για διόδια και τσιγάρα. Τώρα ψάχνουμε πορτοφόλια και τσέπες, την τελευταία στιγμή, και το μποτιλιάρισμα πάει σύννεφο, αλλά επειδή γνωρίζουμε την κατάσταση οι συνοδοιπόροι οδηγοί, κάνουμε υπομονή και ακούμε κανένα τραγουδάκι παραπάνω μπας και κάνουμε κέφι πρωί πρωί…οπότε και η κοπέλα στα διόδια μας χαμογελάει υπομονετικά. Όσο για το τσιγάρο, είναι ήδη υπό περιορισμό!!!!! Άσε που στο σπίτι δίπλα στα κλειδιά, είχα πάντα ένα βαζάκι με κέρματα, τω καιρώ εκείνο. Τώρα τη θέση τους πήραν κάτι κοχύλια από τις διακοπές του ’99 στην Κω, όχι γιατί είχαν κάτι ιδιαίτερο αυτές οι διακοπές, αλλά τελευταία δεν έδινα και τόση πολλή σημασία στα βότσαλα της παραλίας και είναι τα μόνα που έχω!!!!!! Άρχισα να λυπάμαι και τους κλέφτες, διότι αν κάνει το λάθος και μπει στο σπίτι μου κλέφτης, το μοναδικό πράγμα που θα καταλάβει είναι ότι όντως έκανε μεγάλο λάθος που έχασε την ώρα του. Τζάμπα ο κόπος και η προσπάθεια. Τώρα, θα μου πεις, λυπάσαι τα κλεφτρόνια; Όχι βέβαια, αλλά φοβάμαι να μην καταλήξω κι εγώ. Κλεφτρόνι και αυτά, δανεικά είναι ξέρετε…αν δεν βρει αυτός να πάρει, δεν θα βρω κι εγώ και ποια η θέση μου ως μελλοντική συνάδελφος μου λέτε; Τώρα, πάλι, αν θελήσει να πάρει τους καναπέδες και την τραπεζαρία ας τα πάρει, χάρισμά του γιατί, θα το κόψουμε που θα το κόψουμε το φαγητό, την τραπεζαρία με τις δώδεκα καρέκλες τι να την κάνω; Τώρα, θα μου πεις, καυσόξυλα στο τζάκι, αλλά δεν έχω. Μία ενδοδαπέδια θέρμανση κατάφερα να βάλω έπειτα από τόσα χρόνια και τώρα την καμαρώνω σβηστή γιατί εκεί που πήγε το ρεύμα, αν τολμάς άναψέ την, πανέξυπνη ξανθιά!!! Που να το φανταστώ ότι θα κατέληγα να υπολογίζω ένα ένα τα ευρώ. Και αυτά που έχω και, πολύ περισσότερο, αυτά που δεν έχω. Και δημιουργούνται απορίες, στο μεταξύ, και απαντήσεις δεν παίρνω από κανέναν. Όπως για παράδειγμα, γιατί τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια, να παίρνω με τη σέσουλα να γράφω ραβασάκια;; Και ερωτώ: γιατί, για να γράψω ραβασάκια, πρέπει να τα πάρω με τη σέσουλα και γιατί, στο κάτω κάτω να γράψω επάνω στα ωραιότατα πετσετάκια;;; Ποτέ δεν το κατάλαβα αυτό το τραγούδι, αλλά για να το λέει η συμπαθεστάτη Γλυκερία, κάτι θα ξέρει παραπάνω από εμένα. Πάντως ως πεντοχίλιαρο το χαρτονόμισμα είχε ένα κύρος, είχε μια αρχοντιά ο Κολοκοτρώνης που καμάρωνε επάνω στο τραπεζογραμμάτιο. Α ρε κατακαημένε Θεόδωρε που να ‘ξερες που θα καταλήξεις, για άλλη μία φορά!!! Στα σεντούκια καμιάς αποθήκης αυτού του κράτους που τόσο σε αγάπησε ως χαρτονόμισμα, γιατί ως άνθρωπο εν ζωή, σου έβγαλε την πίστη ανάποδα. Αμ ο άλλος ο ντόκτορας, ο Παπανικολάου; Που μας κοιτούσε από το υπέροχο δεκαχίλιαρο με ένα ύφος θαρρείς και έλεγε: «προσέξτε πως θα με χρησιμοποιήσετε γιατί έρχονται μέρες δύσκολες….μέρες πανούκλας», τον άκουγε κανείς; Όχι, γιατί το μυαλό μας ήταν στο πώς θα καταφέρουμε να το ξοδέψουμε στο βωμό της νυχτερινής μας διασκέδασης. Γιατί όνειρο ήτανε και πάει η μπαρότσαρκα μαζί και με τα άλλα όνειρα μας, δηλαδή…αυτό θα αφήνανε όρθιο οι αφιλότιμοι; Αλλά όσο να πεις μας έκαναν ανθρώπους αυτοί του Δ.Ν.Τ. γιατί ήμασταν κι εμείς πολύ παρακμιακοί τύποι, εδώ που τα λέμε. Πηγαίναμε στα καταγώγια και πετούσαμε τα γαρύφαλλα στις ημίγυμνες τραγουδίστριες και νομίζαμε ότι κάτι κάναμε, τρομάρα μας!!! Όσο πιο πολλά ήταν τα ιπτάμενα λέλουδα, τόσο το κύρος μας εκσφενδονιζόταν στα ύψη μπροστά στα μάτια του ιδιοκτήτη και της παρέας. Τώρα, βέβαια, αυτό το κομμάτι δεν έχει αλλάξει ακόμα, αλλά ποιος ξέρει πότε θα το ξαναζήσουμε εμείς αγαπητέ Έλληνα φορολογούμενε!!! Βάζω, λοιπόν, μία άνω τελεία και το θέμα των μπουζουκιών θα το θίξουμε μίαν ετέραν φοράν. Έτσι λοιπόν, μ’ αυτά και μ’ εκείνα, κατάφεραν και μας έκαναν κουλτουριάρηδες και μας έκλεισαν στα σπίτια μας για να συνδιαλέγομεν και να συντρώγομεν με τους κολλητούς μας πάνω σε μια νέα βάση πραγμάτων, πιο εκλεπτιστίκ!!!!! Αρχίζουμε να εκτιμούμε πρόσωπα και καταστάσεις που παλαιότερα δεν τους δίναμε την πρέπουσα σημασία και προσοχή. Μετρήσαμε τους φίλους και τους εχθρούς. Συζητήσαμε και ήρθαμε κοντά, προσπαθώντας να βρούμε λύσεις στα προβλήματα μας. Η ανάγκη για επικοινωνία έγινε μεγαλύτερη. Εκ των υστέρων καταλάβαμε πόσο περιττά ήταν τα περισσότερα από αυτά που κάναμε στο παρελθόν…περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις ή…και να «γελάς» με την κατάντια μας.
Δεν προσπαθώ να πω πως είμαστε καλύτερα τώρα, απλά προσπαθώ να βρω μία ηλιαχτίδα μέσα στη συννεφιά…