Ο οίκος των Γλύξμπουργκ ανέδειξε έξι βασιλείς στην Ελλάδα μέχρι το δημοψήφισμα του 1974, με το οποίο ο ελληνικός λαός αποφάσισε την κατάργηση της μοναρχίας. Η ιστορία του.Ο οίκος των Γλύξμπουργκ, μέλος του οποίου ήταν ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος ο οποίος έφυγε το βράδυ της Τρίτης (10/1) από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών, αποτελεί παρακλάδι του Οίκου του Γκλύξμπουργκ της Δανίας, που με τη σειρά του είναι και αυτός παρακλάδι του Οίκου του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόνντερμπουρκ-Γκλύξμπουργκ, μέλη του οποίου βασιλεύουν ή έχουν βασιλεύσει κατά καιρούς στη Δανία, τη Νορβηγία, την Ελλάδα και αρκετά βόρεια Γερμανικά κράτη.
Η οικογένεια πήρε το όνομα της από το Γκλύξμπουργκ (Glücksburg), μια μικρή παραλιακή πόλη στη νότια, γερμανική πλευρά του φιόρδ του Φλένσμπουργκ, που χωρίζει τη Γερμανία από τη Δανία. Το 1460 το Γκλύξμπουργκ περιήλθε, ως μέρος των συνενωμένων Δανο-Γερμανικών δουκάτων Σλέσβιχ και Χόλσταϊν, στον Κόμη Χριστιανό Ζ΄ του Όλντενμπουργκ, που το 1448 οι Δανοί είχαν εκλέξει βασιλιά τους ως Χριστιανό Α΄, όπως είχαν κάνει και οι Νορβηγοί το 1450.
Ο πρώην Βασιλικός οίκος της Ελλάδας ιδρύθηκε από τον Γεώργιο Α΄, όταν ορίστηκε βασιλιάς των Ελλήνων και ανέδειξε έξι ανώτατους άρχοντες της Ελλάδας, μέχρι το δημοψήφισμα του 1974 με το οποίο ο ελληνικός λαός απέρριψε τη μοναρχία. Η Ελληνική συνταγματική μοναρχία έχασε την εξουσία, μετά την απόπειρα αντιπραξικοπήματος και τη φυγή στο εξωτερικί το 1967, με το σύνταγμα του 1968, διατηρώντας τυπικά τον τίτλο, αλλά με ορισμό αντιβασιλέα. Στο δημοψήφισμα του 1974 το 69,18% των ψηφοφόρων ψήφισε κατά της επιστροφής της μοναρχίας.
Το 1863 και με το όνομα Γεώργιος Α΄ ο Πρίγκιπας Γουλιέλμος της Δανίας εκλέχτηκε Βασιλιάς των Ελλήνων μετά από υπόδειξη των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης. Ήταν νεώτερος γιος του Βασιλιά Χριστιανού Θ΄ της Δανίας. Ο Γεώργιος Α' ανέλαβε τη θέση μετά την ανατροπή του Όθωνα. Η αλλαγή βασιλιά δεν σήμανε μόνο την αλλαγής μιας δυναστείας αλλά και την μετάβαση σε ένα νέο πολίτευμα, αυτό της βασιλευομένης δημοκρατίας. Τελευταίος βασιλιάς της δυναστείας ήταν ο Κωνσταντίνος Β’.
από στρατιωτικούς, με τα αιτήματα τους να είναι κάθε άλλο παρά ριζοσπαστικά, ωστόσο όσον αφορά στη Δυναστεία απαιτούσε την απομάκρυνση των Πριγκίπων από το στράτευμα. Στη συνέχεια θα συμμετάσχει στους βαλκανικούς πολέμους. Ο Βενιζέλος, επιδιώκοντας την εθνική ενότητα, ζήτησε από τον Γεώργιο να τεθεί επικεφαλής του κινήματος εθνικής αναγέννησης. Ο γηραιός, πλέον, Βασιλιάς δεν εμπόδισε τον Βενιζέλο να κυβερνήσει ριζοσπαστικά, να ανασυγκροτήσει το ελληνικό κράτος, να προβεί σε γενναίες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις και να δημιουργήσει ισχυρό στράτευμα.
Τοποθέτησε τον Διάδοχο Κωνσταντίνο επικεφαλής του στρατεύματος και προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα η Ήπειρος, η Μακεδονία και τα Νησιά του Αιγαίου. Οι επιτυχίες της Ελλάδας στον πόλεμο θα του δώσουν την ευκαιρία προς στιγμήν να γίνει πολύ αγαπητός στους Έλληνες. Δολοφονήθηκε στις 18 Μαρτίου 1913 στην Θεσσαλονίκη. Η δολοφονία του αποδίδεται από ορισμένους μελετητές σε γερμανική σκευωρία.
Κωνσταντίνος Α’
Ο Κωνσταντίνος είναι γιος του Γεώργιου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου του 1868 και έλαβε το όνομα του παππού του, του μεγάλου δούκα Κωνσταντίνου της Ρωσίας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του Πεζικού. Στις 15 Οκτωβρίου του 1889 ο Κωνσταντίνος παντρεύτηκε στην Αθήνα τη Σοφία της Πρωσίας, αδελφή του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β΄, με την οποία έκανε έξι παιδιά.
Ήταν αρχιστράτηγος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, όταν ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε. Θεωρήθηκε από μεγάλο μέρος του πληθυσμού και της διανόησης ένας από τους βασικούς υπεύθυνους της εθνικής ταπείνωσης στο πολεμικό μέτωπο. Μετά το τραγικό γεγονός της δολοφονίας του Γεωργίου Α΄, στις 18 Μαρτίου 1913 στη Θεσσαλονίκη από τον Αλέξανδρο Σχινά, ο Κωνσταντίνος ανέβηκε στον θρόνο.
Ο Βενιζέλος εκλάμβανε την αναχώρηση του Κωνσταντίνου ως παραίτηση κάτι που ανέτρεπε την τάξη διαδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45 υπέρ του Γεωργίου. Για το λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχθηκε ποτέ τον Αλέξανδρο ως βασιλέα, και στον τάφο του στο Τατόι αναγράφεται ως "Αλέξανδρος, βασιλόπαις της Ελλάδος, βασίλεψε αντί του πατρός αυτού". Επίσης η μητέρα του Σοφία στην αλληλογραφία μαζί του τον προσφωνούσε Προς τον Πρίγκηπα Αλέξανδρο. Αρχικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εκφράσει την προτίμηση του προς τον νεότερο γιο του Κωνσταντίνου, τον ανήλικο τότε Παύλο και τον ορισμό αντιβασιλέα.
Ο Κωνσταντίνος είναι γιος του Γεώργιου Α’ και της βασίλισσας Όλγας. Γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου του 1868 και έλαβε το όνομα του παππού του, του μεγάλου δούκα Κωνσταντίνου της Ρωσίας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του Πεζικού. Στις 15 Οκτωβρίου του 1889 ο Κωνσταντίνος παντρεύτηκε στην Αθήνα τη Σοφία της Πρωσίας, αδελφή του αυτοκράτορα της Γερμανίας Γουλιέλμου Β΄, με την οποία έκανε έξι παιδιά.
Ήταν αρχιστράτηγος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, όταν ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε. Θεωρήθηκε από μεγάλο μέρος του πληθυσμού και της διανόησης ένας από τους βασικούς υπεύθυνους της εθνικής ταπείνωσης στο πολεμικό μέτωπο. Μετά το τραγικό γεγονός της δολοφονίας του Γεωργίου Α΄, στις 18 Μαρτίου 1913 στη Θεσσαλονίκη από τον Αλέξανδρο Σχινά, ο Κωνσταντίνος ανέβηκε στον θρόνο.
Ο Βενιζέλος εκλάμβανε την αναχώρηση του Κωνσταντίνου ως παραίτηση κάτι που ανέτρεπε την τάξη διαδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45 υπέρ του Γεωργίου. Για το λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχθηκε ποτέ τον Αλέξανδρο ως βασιλέα, και στον τάφο του στο Τατόι αναγράφεται ως "Αλέξανδρος, βασιλόπαις της Ελλάδος, βασίλεψε αντί του πατρός αυτού". Επίσης η μητέρα του Σοφία στην αλληλογραφία μαζί του τον προσφωνούσε Προς τον Πρίγκηπα Αλέξανδρο. Αρχικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εκφράσει την προτίμηση του προς τον νεότερο γιο του Κωνσταντίνου, τον ανήλικο τότε Παύλο και τον ορισμό αντιβασιλέα.
Όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν του επέτρεψαν να επιλέξει το διάδοχο. Αν και ορκίστηκε Βασιλιάς, ο Αλέξανδρος ανάλαβε τα καθήκοντά του με την πεποίθηση ότι εκτελούσε χρέη τοποτηρητή του θρόνου και ότι η προσωρινή ηγεμονία του θα έληγε με το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του πατέρα του, καθώς ο Κωνσταντίνος δεν υπέβαλε επίσημα την παραίτησή του όταν αποχώρησε από την Ελλάδα.
Παύλος Α'
Ο Παύλος γεννήθηκε στα Βασιλικά Ανάκτορα του Τατοΐου στις 14 Δεκεμβρίου 1901. Ήταν το τέταρτο κατά σειρά παιδί του τότε Διαδόχου Κωνσταντίνου και της συζύγου του Πριγκίπισσας Σοφίας. Ο Παύλος ήταν εγγονός του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ και της Βασίλισσας Όλγας της Ελλάδας από την πλευρά του πατέρα του, ενώ από την πλευρά της μητέρας του ήταν εγγονός του Αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ´ και της Αυτοκράτειρας Βικτώριας της Γερμανίας
Το 1916, κι ενώ είχε ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ξεκίνησε να φοιτά στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, όμως το επόμενο έτος (1917) αναγκάστηκε να εξοριστεί στην Ελβετία, μαζί τον πατέρα του Βασιλιά Κωνσταντίνο και άλλα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας, έπειτα από την απαίτηση της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στα τέλη Οκτωβρίου του 1920 και μετά το θάνατο του αδελφού του Βασιλιά Αλέξανδρου, η ελληνική κυβέρνηση μέσω του Έλληνα πρέσβη στη Βέρνη, ζήτησε από τον Παύλο να αποδεχτεί το ελληνικό Στέμμα. Εκείνος απέρριψε την πρόταση, αναφέροντας ότι θα την έκανε αποδεκτή μόνο εάν ο ελληνικός λαός αποφάσιζε ότι δεν επιθυμούσε την επάνοδο του πατέρα του Βασιλιά Κωνσταντίνου και του Διαδόχου Γεωργίου.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1920 ο Παύλος επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με την οικογένειά του και συνέχισε τη φοίτησή του στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, από την οποία αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1922 με το βαθμό του σημαιοφόρου. Ως νέος αξιωματικός, τοποθετήθηκε στο καταδρομικό «Έλλη», κυβερνήτης του οποίου ήταν ο πλοίαρχος Περικλής Ιωαννίδης.
Το 1923, λίγο πριν από την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφυγε για το εξωτερικό μαζί με τον αδελφό του, Γεώργιο Β΄.
Ο Παύλος γεννήθηκε στα Βασιλικά Ανάκτορα του Τατοΐου στις 14 Δεκεμβρίου 1901. Ήταν το τέταρτο κατά σειρά παιδί του τότε Διαδόχου Κωνσταντίνου και της συζύγου του Πριγκίπισσας Σοφίας. Ο Παύλος ήταν εγγονός του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ και της Βασίλισσας Όλγας της Ελλάδας από την πλευρά του πατέρα του, ενώ από την πλευρά της μητέρας του ήταν εγγονός του Αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ´ και της Αυτοκράτειρας Βικτώριας της Γερμανίας
Το 1916, κι ενώ είχε ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ξεκίνησε να φοιτά στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, όμως το επόμενο έτος (1917) αναγκάστηκε να εξοριστεί στην Ελβετία, μαζί τον πατέρα του Βασιλιά Κωνσταντίνο και άλλα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας, έπειτα από την απαίτηση της Αγγλίας και της Γαλλίας. Στα τέλη Οκτωβρίου του 1920 και μετά το θάνατο του αδελφού του Βασιλιά Αλέξανδρου, η ελληνική κυβέρνηση μέσω του Έλληνα πρέσβη στη Βέρνη, ζήτησε από τον Παύλο να αποδεχτεί το ελληνικό Στέμμα. Εκείνος απέρριψε την πρόταση, αναφέροντας ότι θα την έκανε αποδεκτή μόνο εάν ο ελληνικός λαός αποφάσιζε ότι δεν επιθυμούσε την επάνοδο του πατέρα του Βασιλιά Κωνσταντίνου και του Διαδόχου Γεωργίου.
Στις 19 Δεκεμβρίου 1920 ο Παύλος επέστρεψε στην Ελλάδα μαζί με την οικογένειά του και συνέχισε τη φοίτησή του στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, από την οποία αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1922 με το βαθμό του σημαιοφόρου. Ως νέος αξιωματικός, τοποθετήθηκε στο καταδρομικό «Έλλη», κυβερνήτης του οποίου ήταν ο πλοίαρχος Περικλής Ιωαννίδης.
Το 1923, λίγο πριν από την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφυγε για το εξωτερικό μαζί με τον αδελφό του, Γεώργιο Β΄.
Κωνσταντίνος Β'
Γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου 1940 στα Ανάκτορα του Παλαιού Ψυχικού. Γονείς του ήταν ο πρίγκιπας Παύλος της Ελλάδας, αδελφός και διάδοχος του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Β΄, και η πριγκίπισσα της Ελλάδας, του Αννοβέρου, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, Φρειδερίκη. Την ημέρα της γέννησής του ρίφθηκαν 101 κανονιοβολισμοί από το λόφο του Λυκαβηττού, όπως συνηθιζόταν για να αναγγελθεί ότι ο νέος πρίγκιπας ήταν αγόρι.
Βαπτίστηκε στην Αθήνα με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις. Έχει δύο αδελφές, τη Σοφία και την Ειρήνη. Η Σοφία ήταν βασίλισσα της Ισπανίας από το 1975 μέχρι την παραίτηση του συζύγου της βασιλιά Χουάν Κάρλος Α΄ της Ισπανίας το 2014 και την άνοδο του γιου της Φιλίππου ΣΤ΄ στον ισπανικό θρόνο.
Η οικογένειά του ακολούθησε τη βασιλική οικογένεια, η οποία κατά τις παραμονές της ναζιστικής προέλασης στην Αθήνα, μαζί με την κυβέρνηση και την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, μέσω της Κρήτης κατέφυγαν στην Αίγυπτο, όπου και σχημάτισαν τη λεγόμενη «Κυβέρνηση της Αιγύπτου» και τέθηκαν επικεφαλής ελληνικών ταγμάτων που μαχόταν στην Αφρική κατά του Άξονα. Αργότερα διέμεινε στη Νότια Αφρική. Επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1946 με την παλινόρθωση της μοναρχίας και την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β΄.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1947, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Γεωργίου Β΄, ο πατέρας του ανέβηκε στον θρόνο και ο Κωνσταντίνος ορίστηκε διάδοχος. Ο Κωνσταντίνος Β΄ ήταν Βασιλιάς της Ελλάδας από το 1964 έως το 1973, οπότε με δημοψήφισμα καταργήθηκε η μοναρχία και κηρύχθηκε έκπτωτη η δυναστεία. Με το Δημοψήφισμα του 1974 εξέπεσε οριστικά του αξιώματός του στην Ελλάδα, καθώς οι πολίτες επέλεξαν με ποσοστό 69,2% την Αβασίλευτη Δημοκρατία ως μορφή του πολιτεύματος.
Από το 1967, μετά το αποτυχημένο αντικίνημα κατά της δικτατορίας που οργάνωσε στις 13 Δεκεμβρίου, ζούσε αυτοεξόριστος στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Ως βασιλιάς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στα πολιτικά γεγονότα που οδήγησαν στην επιβολή της δικτατορίας με σημαντικότερη την εμπλοκή του στα γεγονότα της Αποστασίας, όταν συγκρούστηκε με τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, με αποτέλεσμα την παραίτηση του τελευταίου.
Στράφηκε κατά του ελληνικού Δημοσίου απαιτώντας 161,1 εκατομμύρια ευρώ και τελικά μετά από δικαστικές διαμάχες κατάφερε να αποζημιωθεί με 13,7 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία εισπράχθηκαν από τη ΔΟΥ Αχαρνών, τον Μάρτιο του 2003.
Φρειδερίκη
Η Φρειδερίκη του Αννοβέρου (18 Απριλίου 1917 - 6 Φεβρουαρίου 1981) ήταν σύζυγος του Παύλου Α΄ της Ελλάδας και μητέρα του Κωνσταντίνου Β'.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπλάνκενμπουργκ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας ως πριγκίπισσα του Αννόβερου. Έζησε στην Ελλάδα ως πριγκίπισσα της Ελλάδας από το 1938 έως το 1941, οπότε διέφυγε με τη βασιλική οικογένεια από τη χώρα καταλήγοντας στη Νότια Αφρική. Επανήλθε το 1946 στην Ελλάδα και είχε τον ρόλο της βασίλισσας (1947-1964) και ακολούθως της βασιλομήτορος (1964-1967). Το 1967 έφυγε από την Ελλάδα μαζί με τη βασιλική οικογένεια και έμεινε στην Ιταλία. Πέθανε στη Μαδρίτη της Ισπανίας το 1981 και ετάφη στην Ελλάδα, στο Βασιλικό Κοιμητήριο στο Τατόι.
Η Φρειδερίκη είχε επικριθεί για τα υπέρογκα βασιλικά έξοδα με επιβάρυνση του Δημοσίου, την ανάμειξή της στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, την προικοδότηση της κόρης της Σοφίας με κρατικά έξοδα, τα προπαγανδιστικά της ταξίδια, τις πολυτελείς διακοπές και κρουαζιέρες της, τις αντισυνταγματικές πεποιθήσεις της, την έλλειψη στοιχειώδους εκπαίδευσής της.
Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι ως βασίλισσα και βασιλομήτωρ είχε συνεχή ανάμειξη και επιρροή στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας, αν και κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν από τον θεσμικό της ρόλο.
Η Φρειδερίκη όταν ήταν ακόμη παιδί, έγινε μέλος της γερμανικής ναζιστικής νεολαίας, ενώ, σύμφωνα με μερικούς, ανεδείχθη σε αρχηγό της ομάδας κοριτσιών της περιοχής της. Στην εφημερίδα The New York Times, αλλά και σε άλλες πηγές, αναφέρεται ότι συμπαθούσε τις δυνάμεις του Άξονα και υπήρξε ένθερμη οπαδός τους.
Παράλληλα, ο Ιωάννης Μεταξάς αναφέρει στο ημερολόγιό του ότι η Φρειδερίκη, ως Πριγκίπισσα του θρόνου της Ελλάδος και τιμητικά στη θέση της Γενικής Διοικήτριας των κοριτσιών της φασιστικής Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ), το Δεκέμβριο του 1938 μοίραζε σημαίες της οργάνωσης σε παιδιά. Συμμετοχή και προσφορά στην ΕΟΝ είχαν επίσης και άλλα μέλη της Βασιλικής Οικογενείας.
Γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου 1940 στα Ανάκτορα του Παλαιού Ψυχικού. Γονείς του ήταν ο πρίγκιπας Παύλος της Ελλάδας, αδελφός και διάδοχος του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Β΄, και η πριγκίπισσα της Ελλάδας, του Αννοβέρου, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας, Φρειδερίκη. Την ημέρα της γέννησής του ρίφθηκαν 101 κανονιοβολισμοί από το λόφο του Λυκαβηττού, όπως συνηθιζόταν για να αναγγελθεί ότι ο νέος πρίγκιπας ήταν αγόρι.
Βαπτίστηκε στην Αθήνα με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις. Έχει δύο αδελφές, τη Σοφία και την Ειρήνη. Η Σοφία ήταν βασίλισσα της Ισπανίας από το 1975 μέχρι την παραίτηση του συζύγου της βασιλιά Χουάν Κάρλος Α΄ της Ισπανίας το 2014 και την άνοδο του γιου της Φιλίππου ΣΤ΄ στον ισπανικό θρόνο.
Η οικογένειά του ακολούθησε τη βασιλική οικογένεια, η οποία κατά τις παραμονές της ναζιστικής προέλασης στην Αθήνα, μαζί με την κυβέρνηση και την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, μέσω της Κρήτης κατέφυγαν στην Αίγυπτο, όπου και σχημάτισαν τη λεγόμενη «Κυβέρνηση της Αιγύπτου» και τέθηκαν επικεφαλής ελληνικών ταγμάτων που μαχόταν στην Αφρική κατά του Άξονα. Αργότερα διέμεινε στη Νότια Αφρική. Επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1946 με την παλινόρθωση της μοναρχίας και την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β΄.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1947, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Γεωργίου Β΄, ο πατέρας του ανέβηκε στον θρόνο και ο Κωνσταντίνος ορίστηκε διάδοχος. Ο Κωνσταντίνος Β΄ ήταν Βασιλιάς της Ελλάδας από το 1964 έως το 1973, οπότε με δημοψήφισμα καταργήθηκε η μοναρχία και κηρύχθηκε έκπτωτη η δυναστεία. Με το Δημοψήφισμα του 1974 εξέπεσε οριστικά του αξιώματός του στην Ελλάδα, καθώς οι πολίτες επέλεξαν με ποσοστό 69,2% την Αβασίλευτη Δημοκρατία ως μορφή του πολιτεύματος.
Από το 1967, μετά το αποτυχημένο αντικίνημα κατά της δικτατορίας που οργάνωσε στις 13 Δεκεμβρίου, ζούσε αυτοεξόριστος στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τα τελευταία χρόνια αποφάσισε να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Ως βασιλιάς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στα πολιτικά γεγονότα που οδήγησαν στην επιβολή της δικτατορίας με σημαντικότερη την εμπλοκή του στα γεγονότα της Αποστασίας, όταν συγκρούστηκε με τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου, με αποτέλεσμα την παραίτηση του τελευταίου.
Στράφηκε κατά του ελληνικού Δημοσίου απαιτώντας 161,1 εκατομμύρια ευρώ και τελικά μετά από δικαστικές διαμάχες κατάφερε να αποζημιωθεί με 13,7 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία εισπράχθηκαν από τη ΔΟΥ Αχαρνών, τον Μάρτιο του 2003.
Φρειδερίκη
Η Φρειδερίκη του Αννοβέρου (18 Απριλίου 1917 - 6 Φεβρουαρίου 1981) ήταν σύζυγος του Παύλου Α΄ της Ελλάδας και μητέρα του Κωνσταντίνου Β'.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπλάνκενμπουργκ της Γερμανικής Αυτοκρατορίας ως πριγκίπισσα του Αννόβερου. Έζησε στην Ελλάδα ως πριγκίπισσα της Ελλάδας από το 1938 έως το 1941, οπότε διέφυγε με τη βασιλική οικογένεια από τη χώρα καταλήγοντας στη Νότια Αφρική. Επανήλθε το 1946 στην Ελλάδα και είχε τον ρόλο της βασίλισσας (1947-1964) και ακολούθως της βασιλομήτορος (1964-1967). Το 1967 έφυγε από την Ελλάδα μαζί με τη βασιλική οικογένεια και έμεινε στην Ιταλία. Πέθανε στη Μαδρίτη της Ισπανίας το 1981 και ετάφη στην Ελλάδα, στο Βασιλικό Κοιμητήριο στο Τατόι.
Η Φρειδερίκη είχε επικριθεί για τα υπέρογκα βασιλικά έξοδα με επιβάρυνση του Δημοσίου, την ανάμειξή της στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, την προικοδότηση της κόρης της Σοφίας με κρατικά έξοδα, τα προπαγανδιστικά της ταξίδια, τις πολυτελείς διακοπές και κρουαζιέρες της, τις αντισυνταγματικές πεποιθήσεις της, την έλλειψη στοιχειώδους εκπαίδευσής της.
Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι ως βασίλισσα και βασιλομήτωρ είχε συνεχή ανάμειξη και επιρροή στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας, αν και κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν από τον θεσμικό της ρόλο.
Η Φρειδερίκη όταν ήταν ακόμη παιδί, έγινε μέλος της γερμανικής ναζιστικής νεολαίας, ενώ, σύμφωνα με μερικούς, ανεδείχθη σε αρχηγό της ομάδας κοριτσιών της περιοχής της. Στην εφημερίδα The New York Times, αλλά και σε άλλες πηγές, αναφέρεται ότι συμπαθούσε τις δυνάμεις του Άξονα και υπήρξε ένθερμη οπαδός τους.
Παράλληλα, ο Ιωάννης Μεταξάς αναφέρει στο ημερολόγιό του ότι η Φρειδερίκη, ως Πριγκίπισσα του θρόνου της Ελλάδος και τιμητικά στη θέση της Γενικής Διοικήτριας των κοριτσιών της φασιστικής Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ), το Δεκέμβριο του 1938 μοίραζε σημαίες της οργάνωσης σε παιδιά. Συμμετοχή και προσφορά στην ΕΟΝ είχαν επίσης και άλλα μέλη της Βασιλικής Οικογενείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου